Ο
Ναός της Αναστάσεως, το ιερότερο προσκύνημα της οικουμένης και η τελετή
της καθόδου του Αγίου Φωτός το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου (στη
φωτογραφία, η στιγμή του θαύματος του Αγίου Φωτός)
Στην εμφάνιση του το σημερινό Ιερό Συγκρότημα της Αναστάσεως έχει υποστεί την επίδραση του ισχύοντος status quo, δηλαδή τη συνύπαρξη πολλών θρησκευτικών Κοινοτήτων, οι οποίες ορίζουν την τύχη του μνημείου: την Ελληνορθόδοξη, με το Πατριαρχείο Ιεροσολύ¬μων, ως την πρώτη βυζαντινή χριστιανική εξου¬σία στον χώρο από την εποχή του Μεγάλου Κων¬σταντίνου, την Καθολική, με την Κουστωδία της Αγίας Γης και
το Τάγμα των Φραγκισκανών Μο¬ναχών, και την Αρμενική, με το Αρμενικό Πα¬τριαρχείο. Παράλληλα, δύο άλλες Κοινότητες, των Κοπτών και των Συριανών, έχουν επίσης δι-καιώματα. Η πολυδιάσπαση του χώρου του σε «εξιδιασμένα» (ανήκοντα σε μία Κοινότητα) και «κοινά» μέρη, και η έλλειψη μιας κοινής καλλιτε¬χνικής βάσης και εκκίνησης για τη διαμόρφωση και τη διακόσμηση του, δημιούργησαν τη σημερινή εικόνα. Οι διαδοχικοί -περαστικοί ή μόνιμοι-Χριστιανοί διαχειριστές αυτού του μνημείου έ¬χουν αφήσει και αφήνουν συνεχώς το αποτύπωμα της παρουσίας τους, χωρίς ίσως καλλιτεχνική αρ¬μονία, αλλά με έντονη θέληση να δηλωθεί η ταυτό¬τητα τους.
Η ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΛΑΤΟΜΕΙΟΥ – ΚΗΠΟΥ ΤΟΥ ΓΟΛΓΟΘΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Αν το θέμα της αυθεντικότητας της θέσης των κορυφαίων προσκυνημάτων της Σταυρώσεως και της Ταφής έχει πλέον αποσαφηνισθεί, η τοπογρα¬φία της εντούτοις δεν μπορεί να αναπαρασταθεί στην πληρότητα της, παρά ενδεικτικά και σε ορι¬σμένα μόνο σημεία. Τούτο, άλλωστε, είναι αναμενόμενο μετά τις διαδοχικές αλλαγές που υπέστη ο χώρος στην ιστορική του διαδρομή.
Μελετώντας τα αρχαιολογικά δεδομένα, που ήλθαν στο φως χάρη στις ανασκαφές της Kathleen Kenyon (δεκαετίες 1960 και 1970) στην περιοχή του Muristan κοντά στον Ναό της Αναστάσεως, της Ute Lux στην εκκλησία του Λυτρωτή και του V. Corbo στον ίδιο τον Ναό της Αναστάσεως, α¬ποκτούμε μια σφαιρικότερη εικόνα. Τα ανασκαφι¬κά δεδομένα παρουσιάζουν, ανάμεσα σε άλλα ευ¬ρήματα, εντυπωσιακά λαξευμένους ή ακατέργα¬στους ογκώδεις λίθους σε διάφορα σημεία της πε¬ριοχής, από τους οποίους φαίνεται καθαρά ότι σε μια προγενέστερη φάση της υπήρξε λατομείο, χρονολογούμενο στην Εποχή του Σιδήρου II, δηλαδή στον 7ο αιώνα π.Χ.
Από τα μέχρι τώρα τοπογραφικά δεδομένα των ανασκαφών δεν προκύπτει η υπάρχουσα πε¬ποίθηση ότι ο Γολγοθάς ήταν λόφος. Οι αγιογρά¬φοι τον εικονίζουν συνήθως ως μικρό, συμβολικό ή πραγματικό, λόφο, ενώ σε ομιλίες και σε άλλα κείμενα, θεολόγων και μη, ο τόπος του Μαρτυρίου περιέχει ανήφορο -συμβολικό και τοπογραφικό- και είναι ένας λόφος επάνω στον οποίο στήνονται οι Σταυροί των ληστών και του Ναζωραίου. Ωστόσο, από τις περιγραφές των γραπτών πηγών των Αποστόλων δεν συνάγεται κάτι τέτοιο. Ούτε, ό¬μως, και λογικά μπορούσε να συμβαίνει, αν λάβου¬με υπόψη μας τις άλλες διακριβωμένες σχετικές πληροφορίες, ότι δηλαδή ο Γολγοθάς ήταν κοντά στον Τάφο, ο οποίος βρισκόταν μέσα σε πρώην λα¬τομείο και τώρα κήπο (μπορούσε να βρίσκεται λό¬φος μέσα σε λατομείο;). Τέλος, το πλέον ασύμβατο με τη λογική οχύρωσης μιας πόλης θα ήταν, εάν ο Γολγοθάς, ως λόφος, βρισκόταν έξω και κοντά στο τείχος της Ιερουσαλήμ. Μπορεί κανένας να δεχθεί λόφο δίπλα ή κοντά σε οχυρωματικό τείχος, από ό¬που οι εχθροί, σε καιρό πολιορκίας, θα μπορούσαν να πλήξουν με ευχέρεια τους πολιορκούμενους;
Η αιτία αυτής της λανθασμένης εικόνας, που παραδόξως επικράτησε μέσα στους αιώνες και ε¬ξακολουθεί να κυριαρχεί, αποδίδεται στην περι¬γραφή ενός από τους πρώτους προσκυνητές του 4ου αιώνα μ.Χ., του ανώνυμου προσκυνητή του Bordeaux (Βορδίγαλα Γαλλίας, 333 μ.Χ.), ο οποίος χαρακτηρίζει τον Γολγοθά ως monticulus (βουνίον). Η μόνη εξήγηση που μπορεί να δικαιολογήσει τον χαρακτηρισμό του ως λοφίσκου ίσως βρίσκεται στη γειτνιάζουσα τοπογραφική σχέση του Γολγοθά με την περιοχή του Γαρήβ, η οποία, όπως αναφέρει ο προφήτης Ιερεμίας, ήταν λοφώδης. «Και σχοινίον διαμετρήσεως θέλει εξέλθη έτι απέ¬ναντι αυτής επί του λόφου Γαρήβ (Gareb) και θέλει περιέλθη έως Γοάθ» (31:39).
ΤΑ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΑ ΚΤΙΣΜΑΤΑ ΕΠΙ ΕΠΟΧΗΣ ΑΔΡΙΑΝΟΥ (135-325 μ.Χ.)
Για τη συγκεκριμένη περιοχή της Σταυρώσεως και της Ταφής του Ιησού, κατά την περίοδο που αποτελούσε αστική πλέον περιοχή -εντός των τει¬χών- δεν έχουμε πληροφορίες μέχρι το 135 μ.Χ., ό¬ταν ο Αδριανός θα κτίσει τον ειδωλολατρικό ναό της Αφροδίτης. Η απόφαση του Αδριανού φαίνε¬ται ότι είχε πολιτική σημασία, καθώς επιχειρούσε να ακυρώσει τη συμβολική σημασία της θέσης για τους Χριστιανούς. Τα ανασκαφικά δεδομένα επι-βεβαιώνουν ότι η θέση όπου στη συνέχεια χωροθετήθηκε ο ναός της Αφροδίτης υπήρξε ενεργός χώ¬ρος λατρείας και τιμής των πρώτων Χριστιανών, λεν ήταν, ωστόσο, μόνο οι Εβραίοι-Χριστιανοί (οι οποίοι άλλωστε εκδιώχθηκαν από τα Ιεροσόλυμα και απαγορεύθηκε αυστηρά να επανέλθουν), αλλά κυρίως Χριστιανοί άλλων εθνοτήτων (και ασφαλώς πολλοί ελληνίζοντες της ιεροσολυμιτικής πα¬ροικίας), οι οποίοι, μετά την εκδίωξη των Εβραί¬ων, συνέχισαν να μένουν στην πόλη και να συχνά¬ζουν στον τόπο του Μαρτυρίου.
Ο Ναός της Αναστάσεως. Διαδοχικές φάσεις διαμόρφωσης τον λαξευμένου Τάφου του Ιησού, με Η επιχωμάτωση που πραγματοποίησε ο Αδριανός, και στη συνέχεια η διαμόρφωση του χώ¬ρου επί Κωνσταντίνου (το 325-335 μ.Χ.) στην πε¬ριοχή του Γολγοθά, φαίνεται ότι κάλυψαν την κοι¬λότητα – «Σπήλαιο του Αδάμ», το οποίο ήλθε στο φως σχετικά πρόσφατα. Ο Ισπανός αρχαιολόγος F. Diez, εξετάζοντας τα ευρήματα της ανατολικής πλευράς του Γολγοθά όπου βρίσκεται το αναφερό¬μενο στις πηγές «Σπήλαιο του Αδάμ», αποφαίνε¬ται ότι η λατρεία της Χριστιανικής Κοινότητας της Ιερουσαλήμ στον χώρο της Σταυρώσεως αρχί¬ζει ήδη από τον 1ο αιώνα μ.Χ. Η αναφερθείσα κοιλότητα – σπήλαιο μέσα στην παρειά του βράχου θα έπρεπε να χρησίμευε αρχικά ως τάφος, όπως και οι άλλες παρόμοιες και διάσπαρτες μέσα στο λα¬τομείο. Μετά όμως τη Σταύρωση, μετατράπηκε σε λατρευτικό χώρο-παρεκκλήσιο. Η κεραμική και τα ίχνη κονιαμάτων, τσιμέντου και μαρμαροκονίας στο δάπεδο σε διάφορα χρώματα (κόκκινο, δερία, κίτρινο, πράσινο, ώχρας και λευκό) ως ται¬νίες διακοσμητικές, δείχνουν ότι η κοιλότητα είχε διαμορφωθεί σε χώρο με λειτουργία λατρευτική και όχι πλέον ταφική. Η διακοσμητική αυτή επέν¬δυση φαίνεται ότι αποσκοπούσε επίσης στο να κα¬λύψει σε ορισμένα σημεία τη σεισμική ρωγμή, η ο¬ποία διαπερνά και έχει τάμει τον βράχο του Γολ-γοθά σε δύο τμήματα, το βόρειο και το νότιο. Την ίδια ρωγμή θα συναντήσουμε έντονη και εντυπω¬σιακή τόσο στη δυτική πλευρά του βράχου του Γολγοθά (σημερινό παρεκκλήσιο του Αδάμ), όσο και στην επιφάνεια του σημείου της Σταυρώσεως, όπως αποκαλύφθηκε μετά την αφαίρεση των πλακών το 1987 σε όλη της τη δραματική μεγαλοπρέπεια.
Οι έρευνες, κυρίως αρχαιολογικές, συμφω¬νούν επίσης με την έλλειψη γραπτών ειδήσεων για την αρχιτεκτονική διαμόρφωση του Γολγοθά και οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτό το Προσκύνημα δέχθηκε κτίσμα στην επόμενη οικοδομική φάση του 7ου αιώνα, μετά την επιδρομή των Περσών και τις νέες εργασίες οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από τον ηγούμενο και κατόπιν πατριάρχη Μόδεστο.
Στους αιώνες που θα ακολουθήσουν, ο μνημονικός τόπος του Γολγοθά και του Τάφου του Χριστού θα αποτελέσει το πεδίο στο οποίο, μέσα από την αρχιτεκτονική, θα καταγραφεί η πολλαπλότη¬τα και η απόκλιση από τον αρχικό δογματικό άξο¬να της θρησκείας του Ιησού.
Το «πίστευε και μη ερεύνα» υπήρξε μια ανα¬γκαιότητα των πρώτων χριστιανικών χρόνων, ό¬ταν οι αιρέσεις και οι αντιπαραθέσεις του ελληνι¬κού και του ιουδαϊκού κοσμοθεωρητικού πνεύμα¬τος είχαν φθάσει σε πρωτοφανή ακρότητα. Η εσω¬τερική, όμως, αναγκαιότητα της σκέψης για ερωτή¬ματα και έρευνα δημιούργησε την ίδια εποχή το «ε¬ρευνάτε τας γραφάς». Ο Ναός της Αναστάσεως είναι ένα μοναδικό τοπογραφικό σημείο όπου συ¬νυπάρχει η αναζήτηση ταύτισης ενός ιστορικού γε¬γονότος -ας την ονομάσουμε αρχαιολογική έρευ¬να- με την ανάγκη της πίστης. Στην πίστη η κινητήρια δύναμη είναι το συναίσθημα και όχι ο ορθολογισμός. Ωστόσο, αντικειμενική οντότητα δεν υπάρ¬ξει σε ερωτήματα όπου συμπλέκονται λογική και συναίσθημα. Ένας ερευνητής της βιβλικής αρχαιολογίας χρήσιμο θα ήταν να αφήνει, ως ουδέτερος τρίτος, τα πράγματα – ευρήματα – μαρτυρίες να φωτίζουν το γεγονός, κρατώντας τις οριστικές ερμηνείες για ευθετότερο χρόνο, στην περίπτωση που μια μονοσήμαντη θέση δημιουργεί ασυμφωνία μαρτυρίας και ευρήματος.
Σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση της μορφής του Γολγοθά ως λατομείου και όχι ως λόφου, η νέα θεώρηση δεν αναιρεί το συμβολικό και υπαρξιακό του περιεχόμενο, ως του καθοδικού τόπου (βυθίσματος) του θανάτου, του ευρισκόμενου πλησιέστερα στον Κάτω Κόσμο, από όπου θα μπορούσε να προέλθει η Άνοδος, η Ανάσταση.
Γιώργος Λινοξυλάκης
Πηγές: www. apologitis.com
Οδηγοί του Κόσμου Ιερουσαλήμ και Άγιοι Τόποι Εκδόσεις Explorer
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου