Η
ιεράν Μονήν Οσίου Ονουφρίου, ευρίσκετω εις Ιεροσόλυμα, εις την περιοχήν
της κώμης και της λίμνης του Σιλωάμ, μεταξύ των λόφων της Αγίας Σιών
και του Αμπου-Τωρ, εις την συμβολήν της κοιλάδος Γκεχεννόμ (Γεέννης )
& Χειμάρρου των Κέδρων, την γνωστήν και ως περιοχήν Ακελδαμά, Αγρού
του Αίματος, τον οποίον ηγόρασαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι με τα
τριάκοντα αργύρια, τα οποία επέστρεψεν ο Ιούδας, ίνα χρησιμεύση εις
ταφήν τοις ξένοις, (Ματθ. 27,8). Ο Άγιος Ονούφριος, ως αναφέρει ο
Συναξαριστής αυτού, «έζη εν Κοινοβίω, κειμένω εν Ερμουπόλει Θηβών της
Αιγύπτου. Και ακούσας Ηλιού του προφήτου και Ιωάννου του Προδρόμου τον
βίον εξήλθε του κοινοβίου και την έρημον ώκησεν επί εξήκοντα έτη,
άθρωπον μη εωρακώς το σύνολον». Με άλλα λόγια, ο Πατήρ ημών Ονούφριος
εγένετο μιμητής όχι μόνον κατά τον τρόπον, αλλά και κατά τον τόπον της
ασκήσεως και αυταπαρνήσεως δια την αγάπην του Θεού των μεγάλων του
Χριστού κηρύκων και προφητών Ηλιού και Ιωάννου του Προδρόμου. Εις τον
προφητικόν λόγον και έργον των ιερών τούτων προσωπικοτήτων ο
μαθητευόμενος εν τω κοινοβίω Ονούφριος είδε και κατενόησε την δυνατότητα
εφαρμογής των παραγγελιών του Αποστόλου Παύλου, λέγοντος: «Γίνεσθε ουν
μιμηταί του Θεού ως τέκνα αγαπητά και περιπατείτε εν αγάπη καθώς και ο
Χριστός ηγάπησεν ημάς και παρέδωκεν Εαυτόν υπέρ ημών προσφοράν και
θυσίαν τω Θεώ εις οσμήν Ευωδίας», (Εφ. 5, 1-2). Τόσον δε ηγάπησεν ο
Όσιος ημών τον Χριστόν, ώστε παρέδωκεν εαυτόν εξ ολοκλήρου εις την θείαν
του Χριστού αγάπην, αναδεικνύμενος ούτω άξιος της μιμήσεως και του
ονόματος του Χριστού. «Χριστιανός εστι», λέγει ο Άγιος Ιωάννης της
Κλίμακος, «μίμημα Χριστού κατά το δυνατόν ανθρώπω λόγοις και έργοις και
εννοία εις την αγίαν Τριάδα ορθώς και αμέμπτως πιστεύων». (Χριστιανός
είναι η απομίμησις του Χριστού, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο και στα
λόγια και στα έργα και στην σκέψη. Πιστεύει δε ορθά και αλάνθαστα στην
Αγία Τριάδα). Η εις την Αγίαν Τριάδα ορθώς και αμέμπτως πίστις του Αγίου
Ονουφρίου απετέλει το κριτήριον και την πνευματικήν πυξίδα του εν τη
αγάπη του Χριστού περιπάτου αυτού εις τα ενδότερα της ερήμου. Τούτο
καταφαίνεται από το γεγονός ότι ο Όσιος Πατήρ ημών, επέτυχε να καταντήση
να φθάση εις την κατάστασιν της θεοπτίας, να ορά δηλονότι δια της
χάριτος του Αγίου Πνεύματος το αμήχανον κάλλος του Κτίστου και Θεού του
ως λέγει ο υμνωδός αυτού: «Πάτερ θεόφρον Ονούφριε, τον παγετόν της
νυκτός και ημέρας τον καύσωνα, τη ελπίδι Όσιε των μελλόντων υπέμεινας.
Τα επί γης σου μέλη νεκρώσας γαρ της ουρανίου ζωής επέτυχες ένδον
γενόμενος της παστάδος Άγιε περιχαρώς, κάλλος το αμήχανον ορών του
Κτίστου σου». Τιμά και γεραίρει η Αγία του Χριστού Εκκλησία τον Άγιον
Ονούφριον, διότι ούτος ηξιώθη δια της αυστηράς ασκήσεώς του να εισέλθη
«ένδον της παστάδος». Να εισέλθη δηλαδή εις τον Παράδεισον, να γίνη
κοινωνός της Βασιλείας των Ουρανών και δοχείον του Αγίου Πνεύματος, ως
πάλιν λέγει ο υμνωδός του: «Φως νοητόν και ουράνιον, ένδον λαβών εν
καρδία σου της ακηράτου Τριάδος δοχείον ώφθης, Ονούφριε και νυν μετά
Αγγέλων ηρίθμησαι, κραυγάζων , Αλληλούϊα». Η μορφή του Οσίου Πατρός ημών
Ονουφρίου, αγαπητοί μου , προβάλλεται ως παράδειγμα ασκήσεως εις τας
εντολάς του Ευαγγελίου του Χριστού, δηλονότι εις τας αρετάς που
εκπηγάζουν εκ της αγάπης του Σωτήρος ημών Χριστού, εκ της αγάπης, η
οποία «ου ζητεί τα εαυτής » (Α’ Κορ. 13,5), (δεν ζητεί τα ιδικά της
συμφέροντα). Εκ της αγάπης η οποία «ουδέποτε εκπίπτει», που δεν ξεπέφτει
ποτέ, αλλά μένει πάντοτε βεβαία και ισχυρά, ακόμη και μετά τον θάνατό
μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου