Μαροπάκης ΒασIλης*
bmaropakis@yahoo.gr
Σαν κεραυνός εν αιθρία έπεσε στην ομήγυρη η πρόταση – πρόκληση. Πράγματι, η πρόσκληση που απηύθυναν οι Σιναΐτες Πατέρες στον πρωτοψάλτη του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Χανίων, Κωνσταντίνο Στεφανάκη, να συγκεντρώσει μία ομάδα οκτώ ιεροψαλτών από τα Χανιά, προκειμένου να μεταβούμε στην Ιερά Μονή Σινά στην Αίγυπτο και να ψάλουμε στο πανηγύρι της Αγίας Αικατερίνης στις 7 και 8 Δεκεμβρίου 2012 (με το παλαιό ημερολόγιο) ήταν ιδιαίτερα τιμητική.
Ταυτόχρονα όμως αποτελούσε και ένα βαρύ σταυρό. Προϋπέθετε αφενός ένα αγώνα δρόμου λίγων εβδομάδων για την προετοιμασία του ταξιδιού (από τα ταξιδιωτικά έγγραφα έως τα κείμενα που επρόκειτο να ψαλλούν) και αφετέρου ένα εξαιρετικά επίπονο και αβέβαιης ασφάλειας ταξίδι. Από Χανιά προς Κάιρο, μέσω Αθηνών και από εκεί 430 χιλιόμετρα οδικώς μέχρι το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνας.
Όπου όμως βούλεται Θεός νικάται ελληνικής κακοδαιμονίας τάξις. Έτσι ξεπεράστηκαν τα προσκόμματα με τα διαβατήρια, τις καταλήψεις στους Δήμους για τα επιπλέον πιστοποιητικά που απαιτούνταν και άλλα που μας έκαναν να αισθανθούμε για λίγες ημέρες πρωταγωνιστές σε έργο του Ιονέσκο, με συναρπαστική πλοκή, που λίγο έλειψε να ματαιώσει το ταξίδι.
Η μετάβασή μας στη μονή θύμιζε κάτι από περιπετειώδη ταινία. Από τη μία οι καθημερινές ταραχές στο Κάιρο μεταξύ των ισλαμιστών και της κοσμικής αντιπολίτευσης και από την άλλη ο φόβος για επιθέσεις των Βεδουίνων που ανάγκαζε το minibus να σταματά συνεχώς σε μπλόκα της Αστυνομίας με πάνοπλους άνδρες, έκαναν τη χερσόνησο του Σινά να μοιάζει με εμπόλεμη ζώνη.
Με τη συμμετοχή μας στις λατρευτικές ακολουθίες της Πανήγυρης, οι οποίες μεταδόθηκαν ζωντανά από το Ρ/Σ της Πειραϊκής Εκκλησίας, είχαμε την αίσθηση ότι το ταξίδι στο Σινά, τελικά δεν ήταν μόνο ένα ταξίδι στον χώρο, αλλά και στον χρόνο.
Ο Ιουστινιανός δεν έφτιαξε μόνο την Αγία Σοφία στην Κωνσταντινούπολη. Κατασκεύασε και το κτηριακό συγκρότημα της Ι.Μ. Σινά, όπως έχει παραμείνει μέχρι σήμερα, διαμορφώνοντάς το σε απόρθητο φρούριο. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Δεν είναι μόνο τα πανύψηλα γρανιτένια τείχη. Κυρίως είναι οι άγρυπνοι φύλακες που επί τόσους αιώνες δεν άφησαν το μοναστήρι να ερημώσει. Από την πρώτη επαφή με τους Σιναΐτες αντιλαμβάνεται κανείς το ιερό χρέος που έχουν επωμιστεί αυτοί οι άνθρωποι, απέναντι στην Ορθοδοξία και απέναντι στην Ελλάδα. Οι ανηρτημένες ελληνικές σημαίες δεν αφήνουν καμία αμφιβολία γι’ αυτό.
Ωστόσο τα τείχη από μόνα τους δεν αρκούν. Χρειάζεται και διπλωματία. Καθ’ όλη τη διάρκεια των ακολουθιών εκπρόσωποι των Αιγυπτιακών Αρχών, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, βρίσκονταν στις θέσεις τους, πλησίον του αναλογίου, παρακολουθώντας τη λατρευτική σύναξη, με σεβασμό.
Ο οικουμενικός χαρακτήρας του προσκυνήματος γίνεται έντονα αισθητός τόσο από τη χρήση τριών λειτουργικών γλωσσών (ελληνικής, αραβικής και ρωσικής), όσο και από το πολύχρωμο ανθρώπινο μελίσσι από κάθε γωνιά της γης, που κατακλύζει καθημερινά τη Μονή, ιδιαίτερα δε τις ημέρες του πανηγυριού.
«Xαίρε άγιον Όρος και θεοβάδιστον, χαίρε έμψυχε βάτε και ακατάφλεκτε…» ψάλαμε κατά τη λιτανεία που ακολούθησε μετά τη Θεία Λειτουργία, βαδίζοντας δίπλα από το πηγάδι του Μωυσέως και τη φλεγόμενη βάτο, το Καθολικό που ανήγειρε ο Ιουστινιανός, τη Βιβλιοθήκη με τους κώδικες, τον Αχτιναμέ του Μωάμεθ, τα κειμήλια από τη Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας και το Μεγάλο Ναπολέοντα, το μιναρέ (!), τις πύλες που κατασκεύασαν οι Σταυροφόροι, και αμέτρητα άλλα, διασχίζοντας έτσι σε λίγα λεπτά μία ιστορική πορεία χιλιάδων χρόνων.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η χερσόνησος του Σινά βρίσκεται ανάμεσα στη Μεσόγειο και την Ερυθρά Θάλασσα, μεταξύ Ασίας και Αφρικής. Το νότιο τμήμα της καλύπτεται από ένα γρανιτώδες ορεινό συγκρότημα. Στον αφιλόξενο αυτό τόπο ήταν που ο Μωυσής, στην κορυφή του όρους Σινά, παρέλαβε τις Δέκα Εντολές. Λόγω των Διωγμών, ήδη από τον 3ο αιώνα μ.Χ., στις παρυφές του όρους δημιουργήθηκαν μικρές μοναστικές κοινότητες. Λίγα χρόνια μετά την έκδοση του Διατάγματος της Ανεξιθρησκείας από το Μεγάλο Κωνσταντίνο, η Αγία Ελένη έκτισε στον τόπο όπου ο Μωυσής είδε το όραμα της φλεγόμενης βάτου μικρό ναό και ένα πύργο, τμήματα του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα, προβάλλοντας έως τις ημέρες μας την αδιάκοπη λειτουργία της μοναστικής ζωής στον ίδιο χώρο για δέκα επτά αιώνες.
Αργότερα ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527-565 μ.Χ.) διέταξε την κατασκευή ενός μεγάλου και ισχυρού φρουρίου, που να περικλείει τα κτίσματα της Αγίας Ελένης, ενός νέου μεγάλου Ναού και κελλιών για τους Μοναχούς. Οι Σιναΐτες Πατέρες από τότε ως σήμερα μνημονεύουν χωρίς διακοπή επί 1.500 χρόνια στις ακολουθίες τα ονόματά του Ιουστινιανού και της Θεοδώρας ως κτητόρων της Μονής. Μάλιστα από τις κτητορικές επιγραφές προκύπτει ότι η δωρεά του Ιουστινιανού έγινε εις μνημόσυνο και υπέρ αναπαύσεως της Αυτοκράτειρας Θεοδώρας, γεγονός το οποίο χρονολογεί και όλη του τη δωρεά στη Μονή Σινά μετά το έτος 548 που απεβίωσε η Θεοδώρα και προ του 565, χρονολογίας του δικού του θανάτου. Λίγα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το δεύτερο έτος της Εγίρας, το 626 μ.Χ., οι Σιναΐτες έστειλαν μία πρεσβεία στη Μεδίνα για να ζητήσουν πολιτική προστασία. Ανταποκρινόμενος ο Μωάμεθ στο αίτημα αυτό έδωσε με ποινή αφορισμού μία «ιδιόγραφη υποχρέωση» Διαθήκη (Αχτιναμέ), επικυρωμένη με το αποτύπωμα της ίδιας της παλάμης του.
Αρχικά η Μονή ήταν αφιερωμένη στη Θεοτόκο, διότι κατά την ερμηνεία των Πατέρων της Εκκλησίας, η φλεγόμενη Βάτος είναι ένα σύμβολο του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και στη συνέχεια (8ος – 9ος αιώνας) στην Αγία Αικατερίνα. Ήταν τότε που οι μοναχοί οδηγημένοι από ένα όραμα ανακάλυψαν στην κορυφή ενός γειτονικού βουνού (πλέον ονομάζεται όρος Αγίας Αικατερίνας), τα λείψανα της Αγίας από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου που μαρτύρησε τον 4ο αιώνα.
ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Η Ιερά Μονή Σινά αποτελεί εκτός από το αρχαιότερο εν λειτουργία Χριστιανικό μοναστικό καθίδρυμα, μία πραγματική κιβωτό του χριστιανικού κόσμου καθώς σε αυτή βρίσκεται η αρχαιότερη εν λειτουργία χριστιανική βιβλιοθήκη, όπου διατηρείται η δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων και εγχειριδίων της πρωτοχριστιανικής περιόδου, μετά από αυτή του Βατικανού. Στα ανεκτίμητης αξίας χριστιανικά κειμήλια περιλαμβάνονται ο Περίφημος Σιναϊτικός Κώδικας, το αρχαιότερο χειρόγραφο που περιέχει το πλήρες κείμενο της Καινής Διαθήκης και μέρος τη Παλαιάς, ενώ διαθέτει την πληρέστερη στον κόσμο συλλογή βυζαντινών και μεταβυζαντινών εικόνων καθώς λόγω της αραβικής κατοχής της χερσονήσου Σινά, ήδη από το 641 μ.Χ., κατά τη διάρκεια της Εικονομαχίας, αποδείχθηκε ιδανικό «καταφύγιο» για εκατοντάδες αριστουργήματα της εικονογραφίας που φυγαδεύτηκαν από ολόκληρη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Έτσι απόλυτα φυσιολογική ήρθε η ένταξη της Μονής στον κατάλογο Μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO το 2002.
*δικηγόρος, θεολόγος,
πρωτοψάλτης Ι.Ν. Αγ. Στεφάνου Κουμπέ Χανίων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου