Περί Σαμάρειας, Σαμαρειτών, του όρους Γαριζίν, της πόλεως Συχάρ, και του φρέατος Ιακώβ.
Σαμαρείτες ονομάζονταν οι κάτοικοι της Σαμαρείας μέχρι του έτους 721 π.Χ. αν και μόνο μία φορά συναντούμε αυτήν την λέξη στην Παλαιά Διαθήκη. (Βας. Ιζ’ 29)
Στην Καινή Διαθήκη η λέξη Σαμαρείτης και Σαμαρείτες σημαίνει τον βδελυκτό, τον μισητό και τα παρόμοια με αυτές τις έννοιες. (Ιωάν. η’ 48)
Κατά το έτος 720 π.Χ. η Σαμάρεια δέχτηκε επίθεση και πλήρη αλλοίωση του πληθυσμού της από άλλες φυλές (αρχικά από Σάργους και έπειτα έγινε μετοίκιση πληθυσμού σε αυτήν από: Ασσύριους, διάφορες φυλές όπως Χουθά, Αυά, Αιμώθ και Σαφουρουίμ), με αποτέλεσμα λόγω της επιμιξίας να προέλθει λαός άλλος που δεν έμοιαζε σε τίποτα με αυτόν που πριν ήταν, αλλά ούτε και με τις φυλές από τις οποίες προήλθε.
Κράτησαν όμως μία ιδιότητα: Το θρήσκευμα των Ιουδαίων, και την πλήρη αποδοχή της Πεντατεύχου του Μωυσή, (Γένεση, Έξοδος, Λευιτικόν, Αριθμούς, Δευτερονόμιον), παρόλο που εισήγαγαν σε αυτήν αρκετά ειδωλολατρικά έθιμα, τύπους και πράξεις. Ακόμα νόμιζαν ότι ήταν οι γνήσιοι απόγονοι του Αβραάμ και του Ιακώβ.
Την εποχή λοιπόν της αιχμαλωσίας, είχαν προσκαλέσει από την Βαβυλώνα, Ισραηλίτες ιερείς οι οποίοι τους δίδασκαν, (χωρίς κανένα πρακτικό αποτέλεσμα), τον αληθινό Θεό.
Μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από την Βαβυλώνα, απαίτησαν να αναγνωριστούν (οι Σαμαρείτες), ως Ιουδαίοι και να συμμετέχουν στη ανέγερση του Ναού. Οι Ιουδαίοι όμως δεν έκαναν δεκτό το αίτημά τους, και για εκδίκηση αυτοί τους κατηγόρησαν στον Βασιλιά των Περσών (ότι τον επιβουλεύονταν). Οι Ιουδαίοι, σώθηκαν από την οργή του Βασιλιά, αλλά από τότε έτρεφαν μίσος μεγάλο για τους Σαμαρείτες και όχι μόνο μίσος, αλλά τους θεωρούσαν βδέλυγμα και μίασμα (πας ο εγγίζων Σαμαρείτη εις καθάρσεις υπεβάλλετο Δ’ Βας. Ιζ’ 24-41, Β’ Εσδρ. Δ’ 4, Νεέμ δ’, Ματθ. Ι’ 5, Λουκ., ιζ’ 16-18).
Στην Καινή Διαθήκη η λέξη Σαμαρείτης και Σαμαρείτες σημαίνει τον βδελυκτό, τον μισητό και τα παρόμοια με αυτές τις έννοιες. (Ιωάν. η’ 48)
Κατά το έτος 720 π.Χ. η Σαμάρεια δέχτηκε επίθεση και πλήρη αλλοίωση του πληθυσμού της από άλλες φυλές (αρχικά από Σάργους και έπειτα έγινε μετοίκιση πληθυσμού σε αυτήν από: Ασσύριους, διάφορες φυλές όπως Χουθά, Αυά, Αιμώθ και Σαφουρουίμ), με αποτέλεσμα λόγω της επιμιξίας να προέλθει λαός άλλος που δεν έμοιαζε σε τίποτα με αυτόν που πριν ήταν, αλλά ούτε και με τις φυλές από τις οποίες προήλθε.
Κράτησαν όμως μία ιδιότητα: Το θρήσκευμα των Ιουδαίων, και την πλήρη αποδοχή της Πεντατεύχου του Μωυσή, (Γένεση, Έξοδος, Λευιτικόν, Αριθμούς, Δευτερονόμιον), παρόλο που εισήγαγαν σε αυτήν αρκετά ειδωλολατρικά έθιμα, τύπους και πράξεις. Ακόμα νόμιζαν ότι ήταν οι γνήσιοι απόγονοι του Αβραάμ και του Ιακώβ.
Την εποχή λοιπόν της αιχμαλωσίας, είχαν προσκαλέσει από την Βαβυλώνα, Ισραηλίτες ιερείς οι οποίοι τους δίδασκαν, (χωρίς κανένα πρακτικό αποτέλεσμα), τον αληθινό Θεό.
Μετά την επιστροφή των Ιουδαίων από την Βαβυλώνα, απαίτησαν να αναγνωριστούν (οι Σαμαρείτες), ως Ιουδαίοι και να συμμετέχουν στη ανέγερση του Ναού. Οι Ιουδαίοι όμως δεν έκαναν δεκτό το αίτημά τους, και για εκδίκηση αυτοί τους κατηγόρησαν στον Βασιλιά των Περσών (ότι τον επιβουλεύονταν). Οι Ιουδαίοι, σώθηκαν από την οργή του Βασιλιά, αλλά από τότε έτρεφαν μίσος μεγάλο για τους Σαμαρείτες και όχι μόνο μίσος, αλλά τους θεωρούσαν βδέλυγμα και μίασμα (πας ο εγγίζων Σαμαρείτη εις καθάρσεις υπεβάλλετο Δ’ Βας. Ιζ’ 24-41, Β’ Εσδρ. Δ’ 4, Νεέμ δ’, Ματθ. Ι’ 5, Λουκ., ιζ’ 16-18).